ΓΙΑΤΙ  ΑΓΩΝΙΖΟΜΕΘΑ

        Ἱστορικῶς ἒχει ἀποδειχθεῖ ἀπό ἀρχαιοτάτης ἐποχῆς, ὂτι ἡ ΕΞΟΥΣΙΑ εἶναι ἐκείνη πού καθορίζει καί διαμορφώνει τήν ἐξέλιξιν καί ἀνέλιξιν τῶν ἀνθρώπων ἀναφορικά με τήν ὀργανωμένην κοινωνίαν Πολιτείας-Κράτους. Ἡ ἐξουσία μέ βάσιν τήν ἰδιοσυγκρασίαν (mentalite) τῆς φυλῆς της, δημιουργεῖ πολιτισμούς, ἐπιβάλλει θρησκεῖες, πολιτεύματα, νομοθεσίες, πολιτιστικά καί οἰκονομικά δρώμενα, τρόπους ζωῆς καί γενικῶς διευθύνει καί καθορίζει τήν κοινωνίαν τῆς συμβιώσεως τῶν ἀνθρώπων της. Ἐκεῖνος πού κατέχει τήν πολιτικήν ἐξουσίαν, δηλαδή τό Κράτος καί τούς μηχανισμούς λειτουργίας του, κατευθύνει τά πάντα θετικῶς ἣ ἀρνητικῶς, μέ ἀκμές καί παρακμές μέσα στήν ἱστορικήν του πορείαν.


     Ἀναλόγως τῆς ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΟΣ πού εὐρίσκεται ὡς ἐπικεφαλῆς τῆς πολιτικῆς ἐξουσίας καί τοῦ κράτους, εἶναι καί οἱ ἐπιρροές καί ἐπιδράσεις ἐπί τῆς ζωῆς τῶν ἀνθρώπων. Ἡ ἐπικεφαλῆς προσωπικότης ἡ κατέχουσα τήν ἐξουσίαν, ὀρίζει ἂν τό κράτος πού ἀρχηγεύει θά εἶναι ΔΙΚΑΙΟΝ ΚΡΑΤΟΣ, ἂρα ΑΡΧΗ ὡς συνώνυμον τῆς ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ἣ θά παραμένει ὡς τό συνηθέστερον, κράτος ἐξουσίας δηλαδή ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ (διαρκῶς προπαγανδιζόμενο ἀπό τά φιλελεύθερα κοινοβούλια), ὂπου οἱ νόμοι κατασκευάζονται πρός ὂφελος ἐκείνων πού στηρίζουν καί ἒχουν ὑπό τόν ἒλεγχό τους τήν ἐξουσία.


    Ἡ διαφορά εἶναι σαφῆς: Εἰς τό ΔΙΚΑΙΟΝ ΚΡΑΤΟΣ, ἡ ΑΡΧΗ ἐπιβάλλει τήν Θείαν Νέμεσιν διά τοῦ θεσμοῦ τῆς Δικαιοσύνης, ἐπί παντός παραβαίνοντος τήν τάξιν τῶν φυσικῶν νόμων καί διασαλεύοντος τήν ἀρμονικήν συμβίωσιν τῶν ἀνθρώπων εἰς τήν κοινήν ΠΟΛΙΤΕΙΑΝ. Ἀντίθετα, εἰς τό ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ(πού τόσο συχνά ἀκούγεται), δέν ὑπάρχει ἰσονομία καθ´ ὂσον οἱ ἐπιβαλλόμενοι νόμοι, νομοθετοῦνται καί ψηφίζονται ὃπως ἐξυπηρετοῦν ἰδιοτελῆ ἀτομικά συμφέροντα ἐκείνων πού στηρίζουν τήν ἐξουσίαν. Γι αὐτό, ὂχι μόνον οἰ νόμοι εἶναι πολυπληθεῖς (πολυνομία ἡ ὀποία γεννᾶ παρανομία), ἀλλά καί ἡ συνεχής ἀλλαγή αὐτῶν μέσω τῶν διατάξεων ἐξυπηρετεῖ τούς ἐκάστοτε ἐπιτήδειους μέ νομιμοφάνειαν.

 Στήν προκειμένην περίπτωσιν άναφερόμεθα στό δικό μας “Νεοελλαδικόν κράτος” (ἐν πολλοῖς ἀνύπαρκτον) καί στήν ἐξουσίαν του. Στήν πολιτικήν ἐξουσίαν τοῦ κατοχικοῦ σημερινοῦ κράτους τῆς ἐξαρτἠσεως ἀπό ὂλες τίς ἀλλοτριωτικές ἀπόπειρες τοῦ οἰκονομικοῦ, κοινωνικοῦ καί πνευματικοῦ ἐξαναγκασμοῦ τῶν Συμπατριωτῶν μας. Εὐρισκόμεθα εἰς ἐμπόλεμον κατάστασιν μέ τό σημερινόν κράτος τῆς “Μεταπολιτεύσεως”, πού ἐπιδιώκει δι᾽ ὂλων τῶν τρόπων τήν τρίτην ΜΕΤΑΛΛΑΞΙΝ τῶν Ἑλλήνων, μέσω τῆς μιγαδοποιήσεως καί παγκοσμιοποιήσεως τῶν Λαῶν.


     Ὡς ἐκ τοῦτου ἀγωνιζόμαστε ἐναντίον τῆς κρατικῆς ἐξουσίας, ὂχι ὡς ἀντιεξουσιαστές μέ τίς ἀρλουμπολογίες τῶν ἀναρχοάπλυτων λυμάτων τῆς κοινωνίας τοῦ περιθωριακοῦ μπαχαλισμοῦ (πού στήν πράξιν εἶναι ὁ κατευθυνόμενος καί χρηματοδοτούμενος παραστρατός τῆς ΝΕΑΣ ΕΠΟΧΗΣ), ἀλλά ἐναντίον τῆς κατεστημένης ἐξουσίας. Ἀγωνιζόμαστε γιά τήν κατάργησιν τοῦ κράτους, ὂχι ὡς ἒννοιας, για τό ὀποῖον ἐμεῖς ἰδεολογικῶς ὑπεραμυνόμεθα, ἀλλά τοῦ συγκεκριμένου κράτους τῆς ἐναλλασόμενης κυβερνήσεως τοῦ “κὀμματος τῶν πολιτικῶν κομμάτων” (ὂλα ἲδια εἶναι στόν κοινοβουλευτισμόν) πού τά ἐνώνει τό ἀτομικό συμφέρον καί τά χωρίζει ἡ ἀτομική φιλοδοξία.

 Μέ δεδομένην καί φανεράν πλέον τήν ἀποτυχίαν καί βεβαίαν τήν συνεχιζομένην παρακμήν, ἐμεῖς ἀπαιτοῦμε τἠν ΑΛΛΑΓΗΝ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑΤΟΣ στήν Πατρίδα μας καί ὂχι τήν ἐναλλαγήν κυβερνήσεων καί μεταρρυθμίσεων.


    Ξεκινήσαμε τόν ἀγώνα μας ἀπό τήν ΒΕΒΑΙΟΤΗΤΑ τῆς ΠΡΑΞΕΩΣ στήν ΖΩΗΝ, καί ὂχι ἀπό τήν ἀμφιβολίαν τῶν διαφόρων θεωριῶν γι αὐτήν. Τήν βεβαιότητα τῆς πράξεως τῶν ἀνθρώπων στήν ζωήν, ἡ ἰδεολογία τῆς ΕΛΛΗΝΟΚΡΑΤΙΑΣ τήν ἀποδέχεται ὡς ΑΞΙΑΝ, μόνον ὂταν οἱ ἐνέργειες τῶν ἀτόμων εἲτε ἀμέσως εἲτε ἐμμέσως ωφελοῦν τό Σύνολον τῶν συμβιούντων ἀνθρώπων τῆς ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ.*

Ἒτσι ἐξ´ ἀρχῆς ἀπορρίψαμε ὃλα τά ἀόριστα φιλοσοφικά ἐπινοήματα φανταστικῶν ἰστοριῶν ἐξελίξεων τοῦ Μαρξισμοῦ. Γι αὐτό ἐκτός τῶν πολλῶν ἂλλων λόγων πού δικαιολογοῦν τήν τρομερήν ἀντιπαλότητα μας μέ τόν Μαρξισμόν-Κομμουνισμόν, εἶναι καί ἡ “περί κράτους” θεώρησίς του. Ἀπεχθανόμαστε τίς παραμορφωτικές ἀπόψεις του, συμφώνως μέ τίς ὀποίες τό κράτος δέν ὑπάρχει ὡς αὐτόνομος ὓπαρξις, ἀλλά ὡς ἀντανάκλασις τῆς διαλεκτικῆς** (ὑποδομή-ὑπερδομή)***. Δηλαδή ἡ θεωρία ἡ ὀποία ἐρευνᾶ κατά ποῖον τρόπον ὁ ἀνθρώπινος ἐγκέφαλος μπορεῖ νά συλλαμβάνει τήν πραγματικότητα μέ Μαρξιστικἐς ὀρολογίες****.Ἐπί τοῦ σημείου αὐτοῦ, ἡ ἰδεολογία τῆς Ἑλληνοκρατίας δέχεται τό ἀπλόν φυσιολογικόν φαινόμενον στόν ἂνθρωπον, ὂτι ὁ ἐγκέφαλός του εἶναι προκαθορισμένων δυνατοτήτων “σκέψεως” καί δέν μπορεῖ νά σκεφθεῖ κάτι πού δέν ὑπάρχει στήν πραγματικότητα, δεδομένου ὂτι ἡ σκέψις εἶναι ἡ ἰκανότητά του νά διατυπώνει συλλογισμούς καί κρίσεις μέ βάσιν ὑπαρκτῶν πραγμάτων π.χ. ἀπό τήν στιγμήν πού σκέφθηκε τήν λέξιν “κράτος” αὐτή ἀκολουθεῖ μία σειράν συλλογισμῶν ὑπαρκτῶν πραγμάτων, πού τελικῶς συνθέτει καί ὀρίζει   ἒννοιαν τῆς ὑπάρξεως της. Ἀντιθέτως στήν περίπτωσιν τῆς Μαρξιστικῆς θεωρίας τῆς “ἀντανακλάσεως”, τἠν ὑπαρξή της τήν καθορίζει ὁ “καθρέπτης”.


    Τό κράτος ὡς λογική καί ἀναγκαία συγκρότησις ὀργανωμένης πολιτείας, ἒχει τήν δυνατότητα καί πρέπει πάντα νά ἐπιδιώκει ἓναν αὐτόνομον καί ἀνεξάρτητον σκοπόν στήν ὑπηρεσία τοῦ ΕΘΝΟΥΣ. Μακρυά ἀπό δῆθεν ἐπιστημονικούς κατηγορικούς ἐγωϊσμούς, ὑπόπτου προελεὐσεως καί κομματικῶν διαιρέσεων τοῦ φιλελευθέρου κοινοβουλευτικοῦ συστήματος.

 Ὁ φιλελευθερισμός μέ τήν ἀπάτη τῶν αἰώνων περί δῆθεν “λαϊκῆς κυριαρχίας”, ὂπου ἡ ἐλεύθερη πολιτική ἐπιλογή βρίσκει “λύσιν” στήν κοινωνικήν καί οἰκονομικήν πραγματικότητα. Μία πραγματικότητα ὂμως προσχεδιασμένη νά τίς δημιουργεῖ, γιά τούς ἀπώτερους σκοπούς τῆς κοσμοθεωρίας του. Ταυτοχρόνως, γιά τήν διατήρησιν τοῦ “συστήματος”, διαιωνίζεται ἡ ΕΛΠΙΔΑ τοῦ λαοῦ, νά βγεῖ κάποτε ἀπό τό ἂγχος τῆς κατάντιας του καί ἀπό τίς οἰκονομικές καί κοινωνικές τεχνητές κρίσεις πού τοῦ ἐπεβλήθησαν.


    Ὂπως προαναφέραμε, ἡ ἐξουσία καθορίζει καί ἐπιβάλλει τά πάντα, ἒχοντας στά χέρια της τό κράτος, ἒστω καί σχεδόν ἀνύπαρκτος ἡ παρουσία του στήν Πατρίδα μας. Μέ στόχον τό γκρέμισμά του, ἡ ἀλλαγή θά πραγματοποιηθεῖ διά μέσου ἂλλου πολιτεύματος, σε σχῆμα νέας μορφῆς κράτους. Ἑνός κράτους πού θά ἐκπροσωπεῖ τό ΕΘΝΟΣ, μέ τό ἐνιαῖον τῆς ἐκφράσεως ὀλοκλήρου τοῦ Λαοῦ τῶν Ἑλλήνων. Αὐτός ὁ λόγος εἶναι βασικός, τόσον γιά τήν ἀνάδειξιν τῶν Ἑλληνοκρατικῶν ἰδανικῶν ὡς προτύπου ἐπαναστατικοῦ μοντέλου πρός “ἐξαγωγήν” γιά ἂλλους λαούς, ὂσον καί γιά τήν διεξαγωγή τοῦ διπλωματικοῦ παιχνιδιοῦ τῆς χῶρας στήν παγκόσμιον σκακιέραν.


    Ὃλα αὐτά προϋποθέτουν τήν συνειδητοποίησιν τῆς “κατακτήσεως” καί ἀποκτήσεως ἀπό ἐμᾶς καί τούς συμπολῖτες μας, ἑνός νέου κράτους ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΟΤΗΤΟΣ και ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ, ὡς μοναδική ΛΥΣΙΣ ! Ἓνα ΝΕΟΝ ΚΡΑΤΟΣ ὀλοκλήρου τοῦ λαοῦ, πού ἀγωνίζεται γία τήν ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΙΝ του, τήν ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΝ του καί τήν πρόοδόν του. Αὐτο τό ΝΕΟΝ ΚΡΑΤΟΣ, καμμίαν σχέσην δέν ἒχει μέ τό κατεστημένον ψευδοκράτος τῆς πλουτοκρατίας, πού μέ τό παραπέτασμα ὑποκριτικῶν ἰδεῶν καί ψευδῶν ὑποσχέσεων καί ἐλπίδων, καλύπτει τήν πάλην τῶν τάξεων καί τήν ἀτιμωτικήν νομιμοφανήν ἐκμετάλλευσιν τῶν πτωχῶν καί ἀδυνάμων. Ἀσφαλῶς καί δέν ἒχει καμμίαν σχέσιν μέ μαρξιστικόν ψευδοκράτος κατασταλτικῆς καί καταπιεστικῆς δυνάμεως, πού τήν ἐποχήν τῆς παντοδυναμίας του στό ἀνατολικόν μπλόκ, εἶχε κάνει τό ψεύδος ἐπιστήμη καί τήν ἐπιστήμη ἒγκλημα.


     Ἡ νέα μορφή “σοβιετοποιήσεως” τῆς Ἑλλάδος μέ τό σύνθημα “λήθη στό παρελθόν, δέν ὑπάρχει πλέον κομμουνισμός” καί μέ τήν προβολήν τοῦ “ἀριστεροῦ πατριωτισμοῦ” (ἐθνικομπολσεβικισμοῦ), ἀπευθύνεται μόνον στούς αφελεῖς καί πάντα ἀνοήτους. Οἱ ἐθνικισταί καί οἱ λογικῶς σκεπτόμενοι, διακρίνουν φανερά τόν πολιτικόν ἐλιγμόν στήν προσπάθειαν αὐτήν, τοῦ παρανόμου μηχανισμοῦ τῶν κομμουνιστῶν. Ἀψευδῆς ἀπόδειξις, ὁ πόλεμος ἐναντίον τοῦ Ἐθνικισμοῦ καί ἡ δυσφήμισίς του πού διεξάγεται μέ ὂλα τά μέσα, ὣστε ὁ Ἐθνικισμός νά ταυτιστεί μέ “κάθε τί κακόν”.


    Τό ΝΕΟΝ ΚΡΑΤΟΣ τῆς Ἑλληνοκρατικῆς Ἰδεολογίας, θά εἶναι ὁ ἐρμηνευτής καί ἐγγυητής τῆς δομημένης πλέον Λαϊκῆς Κοινότητος τῆς Συνεργασίας καί Ἀλληλεγγύης (δηλαδή ἐμπιστοσύνης μεταξύ κράτους καί Λαοῦ), γιά νά φθάσει στήν ευήμερίαν καί στήν πραγματοποίησιν τοῦ ἰστορικοῦ της πεπρωμένου μέσα στόν κόσμον. Θά ὁρίζει σέ πλήρη συμφωνία μέ τόν Λαόν μας, μακρινούς στόχους, λογικές ἐνδιάμεσες φάσεις καί θά προκαλεῖ μέ τήν ἀνύψωσιν τοῦ ἐθνικοῦ καί ηθικοῦ φρονήματος, τὀν ἀπαραίτητον ΕΝΘΟΥΣΙΑΣΜΟΝ, ὣστε αὐτή ἡ μακρᾶ πορεία πρός τήν ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΝ καί τό ΜΕΓΑΛΕΙΟΝ, νά μήν εἶναι μία ἀπωθητική ἀγγαρεία, ὂπως τό βλέπουν οἱ σημερινοί ἀδρανοῦντες συμπολίτες μας. Συμπερασματικῶς, αὐτά γιά τά ὀποία ἀγωνιζόμεθα μέ τόν Σύλλογόν μας γιἀ τους Ἓλληνες εἶναι :


1. Νά ἀποφασίσουν αὐτοί πού λένε ὂτι ἀγαποῦν τήν Πατρίδα, νά γίνουν “πολίτες”, νά ἐνδιαφέρονται δηλαδή διά τά κοινά πού ἀφοροῦν τήν Πολιτείαν τους.

2. Νά ἀντιληφθοῦν ἐπιτέλους ὂτι πρέπει νά ἐπιλέγουν τήν ποιότητα τῶν ἀνθρώπων πού προορίζονται νά ἀσκήσουν διοικητικήν καί οἰκονομικήν ἐξουσίαν.

3. Νά ζοῦν μέ τόν Ἑλληνικόν τρόπον ζωῆς καί ὂχι μιμούμενοι ξένους τρόπους, γελοιοποιῶντας τόν Ἓλληνα άκόμη καί σάν ἂνθρωπον.

4. Νά ἀποφεύγουν κάθε εἲδους παγκοσμιοποίησιν.

5. Νά εἶναι ὑπερήφανοι πού γεννήθηκαν Ἓλληνες.

6. Νά ἀντικαταστήσουν τό ΕΓΩ μέ τό ΕΜΕΙΣ.

7. Νά ἀποφεὐγουν μέ ὂλους τούς τρόπους τήν μειγαδοποίησιν.

8. Νά ὀργανωθοῦν συλλογικῶς ὂπου μποροῦν.

9. Νά προλάβουν πάση θυσία τήν 3ην στήν ἰστορίαν μας μετάλλαξιν τῆς ἐθνικῆς ψυχῆς, πού ἂρχισε τό 1974 μέ τήν λεγομένην μεταπολίτευσιν.

10. Νά θελήσει νά πράξει, γιατί ἀλλιῶς θά πεθάνει δοῦλος ἒχοντας τήν Θείαν καί ἀνθρώπινην κατάρα ἐπάνω του.


Ὑποσημειώσεις:


* Ἐμπνευσμένοι ἀπό τήν προγονικήν παρατήρησιν ὂτι “τά πάντα ρεῖ“ (Ἡράκλειτος 544-484 π.Χ.), δηλαδή ὂλα εὐρίσκονται σέ συνεχήν ροήν κινούμενα καί ἀλληλοσυγκρουόμενα. Ἐπίσης μᾶς ἐμπνέει τό “διαρκῶς γίγνεσθαι” τοῦ ἰδίου φιλοσόφου, δηλαδή ἡ ἀδιάκοπη σταδιακή προοδευτική κίνησις πρός τήν ἐξέλιξιν καί ἀνέλιξιν, μέσω τῆς ὀποίας δημιουργοῦνται ὂλα τά πράγματα καί τά γεγονότα.

Κατά τόν Ἡράκλειτον, τά “πράγματα” δέν “ὑπάρχουν” (ἀνύπαρκτα στήν ἀνυπαρξία τοῦ χάους), γίνονται ὃμως καί εἶναι προορισμένα νά γίνονται διαρκῶς. Πίσω ἀπό αὐτά ὂμως ὑπάρχει ἓνας ΑΙΩΝΙΟΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΩΝ (ΘΕΟΣ) πού δέν ΜΕΤΑΒΑΛΛΕΤΑΙ. Γιά ἐμᾶς τούς Ἓλληνες, εἶναι ὁ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΣ ὡς Ἀνωτάτη Πνευματική ‘Οντότης, ὁ πρό-αιώνων ΘΕΟΣ τῆς τριαδικῆς ὑποστάσεως τῆς Ἑλληνορθοδόξου Χριστιανικῆς πίστεως. Τόν μεγάλον Ἓλληνα φιλόσοφον Ἡράκλειτον, τόν ἀποκαλούμενον “σκοτεινόν” ἀπό τούς ἐν βαθεία νυκτί κοιμωμένους, τόν ἐμιμήθησαν στήν σκέψιν καί τό ὓφος δυτικοί φιλόσοφοι (Νίτσε, Χέγκελ κ.ἂ.), ἀπό τά ἐλάχιστα δυστυχῶς σωζώμενα ἒργα του “περί Φύσεως”. Μέ τόν γενικόν ὂρον “γίγνεσθαι” ἐννοεῖται ἡ γέννησις ἣ ἐμφάνισις κάθε τί νέου πού θά ἐπιβληθεῖ ἐπί τοῦ παλαιοῦ μετά ἀπό σύγκρουσιν.

Ὁ Μάρξ ἀγνοώντας ὃλα περί τοῦ γίγνεσθαι φυσικῶν καί ἀνθρωπίνων φαινομένων-γεγονότων, τό ἐρμήνευσε, μόνον ὡς τό ἀποτέλεσμα τῆς συγκρούσεως τῆς πάλης τῶν τάξεων μέσα στήν κοινωνία. Αὐθαίρετα δηλαδή περιόρισε καί συνέδεσε ἒνα φυσικόν συμπαντικόν γεγονός, μέ ἓνα ἀνθρώπινον περιοδικόν ἐλάττωμα.


** Οἱ Μαρξ καί Ἒγκελς διαστρεβλώνοντας τόν πατέρα τῆς διαλεκτικῆς Ἡράκλειτον, δέχονται εἰς τήν θεωρίαν τους δύο “Διαλεκτικές”. Μία τοῦ πραγματικοῦ ἀντικειμένου καί μιᾶς ὑποκειμενικῆς, ἡ ὀποία εἶναι ἀντανάκλασις τῆς πρώτης στόν ἀνθρώπινον ἐγκέφαλον. Τό θεμέλιον τῆς ἀρχαίας μας Διαλεκτικῆς εἶναι ὂτι “δὐο προτάσεις ἣ ἀπόψεις ἀντίθετοι, δέν εἶναι δυνατόν νά εἶναι σωστές ταυτοχρόνως”. Μέ τήν Μαρξιστικήν διαλεκτικήν, ἀποφεύγεται ἐντέχνως ἡ ἀρχή ὂτι δέν ὑπάρχει ἀντίφασις, καί θεμελιώνει τό οικοδόμημά της χρησιμοποιώντας “‘αντιθέτους καταστάσεις” μέ τελικήν ἐπιδίωξιν τήν σύνθεσίν των.


*** Ὑποδομή-Ὑπερδομή: Μαρξιστικοί ὂροι πού ἀναφέρονται στήν ὑλικἠν βάσιν ἀκόμη καί στόν χῶρον τῶν ίδεῶν καί τοῦ πολιτισμοῦ. Ἡ Ὑποδομή εἶναι ἡ ἀναφερομένη στίς παραγωγικές σχέσεις, δυνάμεις καί τρόπους παραγωγῆς καί ἡ ὀποία διαμορφώνει τήν Ὑπερδομή ἣ ἀλλιῶς τό “ἐπoικοδόμημα” πού ἀναφέρονται στήν ἰδεολογίαν, τό δίκαιον, τήν ηθικήν, τήν πολιτιστικήν διάθεσιν καί γενικῶς εἰς τόν πολιτισμόν.


**** Ὃλες οἱ ὑλιστικές θεωρίες, μεταξύ τῶν ὀποίων καί ὁ Μαρξισμός, ἀπό παλαιά ξεκινοῦν μέ τήν κοσμοθεώρησιν τοῦ “Μονισμοῦ” πού σημαίνει ὂτι ἡ δημιουργία τοῦ Σύμπαντος Κόσμου ἒχει ΜΙΑΝ ΑΙΤΙΑΝ καί αύτή εἶναι ἡ ΥΛΗ (ΥΛΙΚΟΣ ΜΟΝΙΣΜΟΣ).Ἡ δική μας ἐντελῶς ἀντίθετος κοσμοθεώρησις, ἀποδέχεται τόν Μονισμόν, μέ τή διαφορά ὂτι αὐτή ἡ μία αιτία εἶναι ΠΝΕΥΜΑ (ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΜΟΝΙΣΜΟΣ), πού ἀφοῦ ἐδημιούργησε τά πάντα συπεριλαμβανομένης τῆς ΥΛΗΣ, τά κατευθύνει.

Μοιραστείτε αυτή τη σελίδα

Ακολουθήστε μας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης